Μαθητών δημιουργήματα

Ο κήπος του κυρίου Φώτη
(από την Πάουλα Β.)
Κάθε φορά που γυρίζω από το σχολείο μου μπαίνω στον κήπο του κυρίου Φώτη. Ο κύριος Φώτης με αφήνει να ποτίσω και να δω το κάθε λουλούδι του κήπου μέρα με τη μέρα να μεγαλώνει.
  Αυτός ο κήπος είναι μαγικός για μένα γιατί είναι ένας χώρος που ξεχνάω τις υποχρεώσεις μου, ξεχνάω τα συναισθήματά μου, απλά μυρίζω τη γύρη των λουλουδιών. Κάθε χρόνο βλέπω τους θάμνους να μεγαλώνουν, τα δέντρα να ψηλώνουν και η χαρά μου είναι μεγάλη αλλά και η  λύπη μου μεγαλώνει γιατί  το παιδί που κρύβω μέσα μου μεγαλώνει κι αυτό και αφήνει πίσω τις παλιές χαρές και τις αθώες στιγμές.
  Κάθε μέρα, όταν πάω στον κήπο βλέπω το αγαπημένο μου φυτό το γιασεμί, το μοσχομυριστό. Αυτός ο κήπος στα μάτια μου μοιάζει να χορεύει γιατί γιορτάζει την επιβίωσή του, ενώ άλλοι κήποι χάλασαν από την ανθρώπινη μανία να χτίζονται παντού εργοστάσια. Οι τουλίπες του κήπου του κύριου Φώτη όμως χορεύουν με τις γαρδένιες και τα τριαντάφυλλα χορεύουν ταγκό με τα γιασεμιά. Οι θάμνοι αρχίζουν την κλάψα γιατί κανείς δε χορεύει μαζί τους μα και τα δέντρα λυπούνται και αποφασίζουν να μπουν και αυτά στο χορό. Έτσι τελικά μόνο εγώ δε συμμετέχω σε αυτό το χορό , μόνο τον βλέπω να γίνεται σε δράση.
  Σήμερα ήταν η τελευταία μέρα του σχολείου. Εγώ πήγα στον κήπο να δω τα λουλούδια, αν χρειάζονται νερό και να τους πω ότι για τους επόμενους μήνες θα περνώ περισσότερο χρόνο μαζί τους. Τα είδα όλα θλιμμένα σα να μη θέλουν πια γελάνε, χωρίς χορό, χωρίς τίποτα. Όλα θλιμμένα  και τότε ένας οδοστρωτήρας και πολλοί εργάτες ήρθαν από το πουθενά. Εγώ τρομαγμένη πήγα στον κύριο Φώτη και τον ρώτησα τι γινόταν αλλά  στην αρχή δεν μου απάντησε. Τον ξαναρώτησα και επειδή ήξερε ότι αγαπούσα και αυτόν και τον κήπο, μου είπε με ένα στεναγμό ότι το σπίτι και ο κήπος πουλήθηκαν γιατί ο κύριος Φώτης θα πήγαινε στη Γερμανία. Έβγαλα ένα δάκρυ και ο κύριος Φώτης μου έδωσε μια γλάστρα και μία ηλεκτρονική διεύθυνση και μου είπε να κρατήσω τη γλάστρα για να τον θυμάμαι και να στείλω σύντομα μήνυμα στη διεύθυνση που μου έδωσε.
Στεναχωρήθηκα πάρα πολύ με αυτή την εξέλιξη και πήγα στον μικρό κήπο του σπιτιού μου και έβαλα τη γλάστρα με το γιασεμί στο καλύτερο σημείο, ώστε να θυμάμαι τον κύριο Φώτη κάθε φορά που θα μπαίνω ή θα βγαίνω από το σπίτι.
Μόλις μπήκα στο δωμάτιο μου έτρεξα αμέσως στον υπολογιστή μου για να στείλω μήνυμα στον κύριο Φώτη. Όμως στο μήνυμά μου απάντησε ο ανιψιός του. Μου είπε ότι είναι γεωπόνος και έχει ένα φυτώριο κοντά στο σπίτι μου. Ο θείος του του είχε μιλήσει για μένα και του είχε πει πόσο πολύ αγαπώ τα λουλούδια. Τον παρακάλεσε να με αφήνει να πηγαίνω στο φυτώριο και να ασχολούμαι με τα λουλούδια όσο συχνά θέλω.
  Ένας κόμπος ανέβηκε στο λαιμό μου και με έπνιξε. Δεν ήξερα, αν έπρεπε να λυπηθώ που έφυγε ο κύριος Φώτης ή να χαρώ που ένας καινούριος ευωδιαστός κόσμος ανοιγόταν μπροστά μου. Η καρδιά μου όμως είχε χώρο και για τα δύο. Θα χαιρόμουν με το καινούριο φυτώριο αλλά πάντα η γλάστρα με το γιασεμί στο δικό μου κήπο θα μου θύμιζε τον καλό μου κύριο Φώτη.
 

ΜΙΑ ΠΕΡΙΕΡΓΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

 Στο μάθημα του project τα παιδιά έκαναν μία έρευνα για την ασφάλεια στο Διαδίκτυο.Συγκέντρωσαν ενδιαφέρουσες πληροφορίες, καθώς έψαχναν για πολλές ώρες κάτω από τον ζεστό ήλιο του καλοκαιριού.Ωστόσο, πριν ακόμα φανεί το λαμπερό φεγγάρι οι μαθητές άκουσαν μια καταστροφική είδηση:το θέμα της έρευνας είχε αλλάξει!Η παρέα απογοητεύτηκε και ένιωσε θυμό και οργή.Οι μαθητές όμως δεν ήξεραν ότι την επόμενη μέρα η δασκάλα θα τους ανακοίνωνε πως θα πήγαιναν μία ψυχαγωγική εκδρομή με τρένο στη Λάρισα. Αμέσως κατάλαβαν πως η μοίρα τους είχε αλλάξει. Τωρα πιά το μόνο που τους έμενε ήταν να ζητήσουν απο την μητέρα ή τον πατέρα τους να βάλει την υπογραφή του στο ενημερωτικό χαρτί που τους μοίρασε η δασκάλα στο σχόλασμα.Όταν έφτασαν στην Λάρισα και αποβιβάστηκαν απο το τρένο, η δασκάλα κοίταξε τα παιδιά  με ένα εμπιστευτικό βλέμμα και έπειτα εκείνα σκορπίστηκαν στα τουριστικά μαγαζιά.Οι μαθητές αφού διασκέδασαν με την καρδιά τους επέστρεψανστην Αθήνακαι διηγήθηκαν στους γονείς τους το όνειρό τους που ικανοποιήθηκε.
(Αποτους μαθητές:Πάουλα Β. ,Βασίλη Γ. και Κατερίνα Ε.)

  OI ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΤΟΥ Α3
Τα Χριστούγεννα του κυρ Χρήστου (του Παύλου Μ.)

  Μια χριστουγεννιάτικη νύχτα στα φωτισμένα και χιονισμένα σοκάκια ενός άγνωστου χωριού σε μια γωνία υπήρχε ένα αστόλιστο σπίτι. Ήταν του γκριζομάλλη κ. Χρήστου. Έξω από το σπίτι του τον περίμεναν δύο αγοράκια ντυμένα Άγιοι Βασίληδες με τα τριγωνάκια στα χέρια τους να ανοίξει την πόρτα φωνάζοντας τον « κυρ Χρήστο, κυρ Χρήστο, ήρθαμε να πούμε τα κάλαντα» . Εκείνος οργισμένος τους απάντησε: « Ουστ, παλιόπαιδα, δεν έχω άλλα λεφτά». Ο κυρ Χρήστος κοίταγε συνεχώς από το ματάκι της ,  ώστε να περάσει μέχρι και το τελευταίο παιδί του χωριού και να ησυχάσει επιτέλους. Τα παιδιά πλέον είχαν καταλάβει τι σοι άνθρωπος ήταν ο κυρ Χρήστος.   

  Αλλά με το που κάθισε στη δερμάτινη πολυθρόνα του μια πληθώρα συναισθημάτων του γέμισε την καρδιά, θλίψη , απογοήτευση και στεναχώρια. Ο κυρ Χρήστος κατάλαβε το μέγα λάθος του και άρχισε να αποταμιεύει για τα επόμενα Χριστούγεννα. Ο κυρ Χρήστος αποταμίευε κι αποταμίευε ώσπου έφτασαν ξανά τα Χριστούγεννα. Θυμόταν τις παλιές κακές εποχές που δε γιόρταζε τα Χριστούγεννα και που δεν άνοιγε ποτέ την πόρτα του σπιτιού του στα παιδιά, για να του πουν τα κάλαντα. Φέτος όμως θα ήταν αλλιώς. Θα άνοιγε σε όλα τα παιδιά. Καθώς κοίταζε από το ματάκι της πόρτας, είδε τα παιδιά να προσπερνούν το σπίτι του και να απομακρύνονται σε μια στιγμή. Απογοητεύτηκε, όταν ξαφνικά είδε ένα παιδί καινούριο στο χωριό να πλησιάζει με τα σκισμένα ρούχα του και το σπασμένο του τριγωνάκι για να πει τα κάλαντα. Βγήκε έξω από το σπίτι του και μίλησε στο ντροπαλό παιδάκι λέγοντας του « έλα κοντά, πλησίασε». Εκείνο όντως πλησίασε και πήγε να του πει τα κάλαντα. Ο κυρ Χρήστος  με το που τελείωσε το αγοράκι τα κάλαντα του είπε πάρε ένα τάλ… Το αγοράκι απάντησε « μα….» Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει και ο κυρ Χρήστος του  είπε : «Έχεις δίκιο είναι λίγα. Πάρε όσα θέλεις» και του έδειξε τη στοίβα με τα νομίσματα. Τα υπόλοιπα παιδιά που κρυφοκοίταζαν πλησίασαν και ο κυρ Χρήστος του φώναξε:  «περάστε περάστε».  

  Όταν όλα τα παιδιά έφυγαν, εκείνος έκατσε στην ξύλινη καρέκλα του για να φάει το φτωχικό φαγητό του…

Ο Αϊ Βασίλης των ζώων (του Στέφανου Μ.)

  Μια φορά κι έναν καιρό πολύ μακριά στο βορρά, παραμονές  Χριστουγέννων, στο χωριό των Αϊ Βασίληδων υπήρχε ένα μικρούλης Αϊ Βασίλης. Ο μικρούλης Αϊ  Βασίλης ανυπομονούσε τόσο πολύ για τις γιορτές και ακόμα περισσότερο για τη μέρα που θα πήγαιναν τα δώρα στα παιδιά που πριν καλά καλά σκεφτούνε οι άλλοι Αϊ  Βασίληδες, τι δώρα θα φτιάξουν για τα παιδιά αυτός τα είχε ήδη έτοιμα και τυλιγμένα.

  Είχε φτιάξει όλων των ειδών τα παιχνίδια: κούκλες, αρκουδάκια, σκυλάκια, αυτοκινητάκια, αεροπλανάκια και πολλά άλλα. Επίσης είχε φτιάξει και θεσπέσια χριστουγεννιάτικα γλυκά. Ακόμα είχε ετοιμάσει από νωρίς το έλκηθρό του, είχε γυαλίσει τις μπότες του, ήταν δηλαδή πανέτοιμος για τη μεγάλη στιγμή.

   Ο μικρούλης Αϊ Βασίλης όμως απογοητεύτηκε για μια ακόμα φορά γιατί, όπως κάθε χρόνο, ο αρχηγός και οι υπόλοιποι Αϊ  Βασίληδες του απαγόρευσαν να πάει μαζί τους γιατί τα παιδιά θα ξεκαρδίζονταν στα γέλια όταν τον έβλεπαν, λόγω του μεγέθους του.

  Ο μικρούλης Αϊ Βασίλης απογοητευμένος πια γύρισε στο σπίτι του και κοιτούσε στεναχωρημένος από το παράθυρό του τους υπόλοιπους Αϊ Βασίληδες που αναχωρούσαν με τα έλκηθρα τους για το μεγάλο ταξίδι στα παγερά και χιονισμένα βουνά.

  Στην πραγματικότητα δεν στεναχωριόταν, επειδή ήταν μικρούλης αλλά επειδή δεν μπορούσε να κάνει αυτό που επιθυμούσε. Δηλαδή να δώσει χαρά στα παιδιά μοιράζοντάς τους δώρα.

  Μόλις οι υπόλοιποι Αϊ Βασίληδες απομακρύνθηκαν, βγήκε έξω στο ήσυχο και πελώριο για αυτόν χιονισμένο δάσος για να ξεχαστεί.

   Εκεί είδε όλα τα ζώα του δάσους ανήσυχα και θυμωμένα να συζητούν. Κρύφτηκε πίσω από ένα δέντρο και εξαιτίας του μεγέθους του δεν τον πήρε κανείς είδηση. Άκουσε τα ζώα να παραπονιούνται το ένα στο άλλο επειδή οι Αϊ  Βασίληδες δεν έφερναν ποτέ δώρα στα ζώα αλλά μόνο στους ανθρώπους

  Όταν το άκουσε αυτό ο μικρούλης ο Αϊ Βασίλης έτρεξε στο σπίτι του φόρτωσε το έλκηθρο του με όσα δώρα και γλυκά είχε ετοιμάσει και τα πήγε στο δάσος και τα μοίρασε στα ζώα. Όλα τα ζώα ήταν πολύ χαρούμενα κι ευτυχισμένα. Το ελάφι με το καινούριο του κασκόλ, η κουκουβάγια με το καινούριο της βιβλίο, ο λαγός με τα καινούρια του πατίνια, τα ποντίκια με το καινούριο τους κουκλόσπιτο, η αλεπού με το καινούριο της κουρδιστό κοτοπουλάκι, το σκιουράκι με το νέο του σκουφάκι και περισσότερο από όλους η αρκούδα με το καινούριο της μάλλινο πουλόβερ, επειδή ποτέ ξανά κανείς δεν της είχε κάνει δώρο.

 Ο μικρούλης ο Αϊ Βασίλης ήταν τρισευτυχισμένος, είχε κάνει επιτέλους αυτό που τόσο επιθυμούσε. Είχε δώσει χαρά μοιράζοντας δώρα. Από εδώ και πέρα και για κάθε χρόνο, θα ναι ο Αϊ Βασίλης των ζώων. Και αυτό θα το γνώριζε μόνο αυτός…

Η νύχτα των Χριστουγέννων (του Θανάση Ν.)

  Όταν ήμουν μικρός θυμάμαι που μου έλεγε η μαμά μου πως κάθε χρόνο τη νύχτα των Χριστουγέννων ένα λαμπερό άστρο  οδηγεί το έλκηθρο του Αϊ Βασίλη στον ουρανό. Από τότε κάθε χριστουγεννιάτικη νύχτα στεκόμουν με ανυπομονησία μπροστά στο παράθυρο  περιμένοντας με λαχτάρα να τα δω. Ο ύπνος όμως μου έκλεινε τα βλέφαρα και το πρωί που ξύπναγα η μητέρα μου μου έλεγε  πως πέρασε και δεν πρόλαβα να το δω. Επιτέλους μια χριστουγεννιάτική νύχτα έμεινα ξύπνιος μέχρι το ξημέρωμα. Το άστρο όμως και ο Αϊ Βασίλης δε φάνηκαν. Τότε ένιωσα μια απογοήτευση και μια θλίψη. Η μαμά μου μου εξήγησε πώς το αστέρι και ο Αϊ  Βασίλης έρχονται κάθε χρόνο τέτοια μέρα στις καρδιές μας. Και εγώ το πίστεψα και αμέσως ένιωσα ότι μεγάλωσα, ότι μέστωσα.



Περιπέτεια στο Λούνα Παρκ (του Γιώργου Μπ.)

  Πριν από ένα χρόνο έζησα μια φοβερή εμπειρία στην Αμερική. Εκείνη τη μέρα είχα πάει με την οικογένειά μου στο πάρκο, που βρίσκεται το γνωστό fury 325 το πιο γρήγορο και πιο ψηλό τρενάκι στον κόσμο. Στην αρχή διστάζαμε να μπούμε. Αυτός ήταν και ο λόγος που ξεκινήσαμε από τα πιο ήπια παιχνίδια. Στο τέλος αποφασίσαμε να πάρουμε σειρά για να μπούμε γιατί αυτή ήταν μια ευκαιρία που δε θα ξαναείχαμε. Αφού περιμέναμε στην ουρά για δύο ολόκληρες ώρες ήρθε τελικά η σειρά μας. Όταν μπήκαμε,  φαίνονταν όλα καλά, μέχρι τη στιγμή που άρχισε να πιάνει γιγάντιες ταχύτητες σε μια τεράστια κατηφόρα. Ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που κατάλαβα τι σημαίνει η φράση μου κόπηκαν τα πόδια. Όλοι είχαμε τρομοκρατηθεί, περισσότερο όμως ο πατέρας μου. Όταν κατεβήκαμε συνειδητοποιήσαμε ότι ήταν πολύ αργά και πως δεν είχαμε αρκετή βενζίνη για να πάμε σπίτι. Καθίσαμε λοιπόν όλοι να σκεφτούμε μια λύση. Στο τέλος σκεφτήκαμε πως υπάρχει ένα βενζινάδικο κοντά αλλά ήταν αρκετά δύσκολο να πάμε εκεί. Είχαν έρθει και μερικοί άλλοι συγγενείς μας με δεύτερο αμάξι. Έτσι πήγαν πήραν βενζίνη αλλά είμαστε πολύ κουρασμένοι για να ταξιδέψουμε και κοιμηθήκαμε σε ένα ξενοδοχείο. Την επόμενη μέρα γυρίσαμε  σπίτι  ανακουφισμένοι που η περιπέτειά μας είχε ευχάριστο τέλος.

Περιπέτεια στην Παλιά Βρύση (του Γιώργου Μ.)

   Μια μέρα  του καλοκαιριού του 2013 αποφασίσαμε να πάμε με ακόμα τρεις φίλους μου, με τους οποίους παραθερίζαμε στο χωριό μας, σε ένα άλλο κοντινό χωριό, σε ένα μέρος που λέγεται Παλιά Βρύση.

 Ξεκινήσαμε λοιπόν απογευματάκι  προς τον ωραίο μας προορισμό που θα βλέπαμε για πρώτη φορά. Όμως μόλις απομακρυνθήκαμε από το χωριό συνέβη κάτι που δεν το περιμέναμε.  Χαθήκαμε και δεν ξέραμε που να πάμε.

  Τότε για λίγη ώρα ήμαστε όλοι πανικοβλημένοι. Ευτυχώς ένας φίλος μου θυμήθηκε το δρόμο και συνεχίσαμε να προχωράμε. Γελάγαμε όλοι και λέγαμε πως δε γίνεται χειρότερα. Βέβαια βιαστήκαμε να μιλήσουμε γιατί εκείνη τη στιγμή βρέθηκαν δύο σκυλιά κι άρχισαν να γαβγίζουν. Εμείς τρομαγμένοι αρχίσαμε να τρέχουμε κι εκεί που πήγαν να μας ορμήσουν, εμφανίστηκε το αφεντικό τους και τα σταμάτησε.

  Εμείς, αν και λίγο φοβισμένοι, συνεχίσαμε το δρόμο μας. Τουλάχιστον ήμαστε  και τυχεροί, αφού σαν από μηχανής θεός βρέθηκε ο θείος μου και μας είπε να ανέβουμε στην καρότσα του αυτοκινήτου του, για να μας μεταφέρει πιο σύντομα στον προορισμό μας. Έτσι με ευκολία και σχετικά γρήγορα κατορθώσαμε να φτάσουμε στην Παλιά Βρύση. Βγάλαμε πολλές φωτογραφίες και περάσαμε τέλεια. Αργότερα πήγαμε και στο κέντρο του χωριού και περάσαμε ακόμα πιο ωραία. Το βραδάκι ήρθε ο μπαμπάς μου και μας πήρε.

  Τώρα πια είχαμε να θυμόμαστε μια ωραία ανάμνηση και να διηγούμαστε μια ωραία περιπέτεια.

Βόλτα με καρτ (του Κώστα Μ.)

  Την προηγούμενη εβδομάδα πήγα για καρτ στη Βάρη σε μια ειδική πίστα που υπάρχει εκεί. Πήγα μαζί με τα ξαδέρφια μου το Στάθη και τον Κώστα και τους φίλους τους το Μάριο και το Νικηφόρο και με τον πατέρα μου. Ήμουν πολύ χαρούμενος που θα πήγαινα. Ήταν η πρώτη φορά που μπήκα στο καρτ και φοβόμουν γιατί δεν είχα ξαναοδηγήσει ποτέ στη ζωή μου. Οδηγούσα όμως καλά για 5 γύρους αλλά σε μια φουρκέτα φεύγω εκτός πίστας. Για να μπω πάλι στην πίστα έπρεπε να στρίψω τέρμα αριστερά το τιμόνι. Μετά βγήκα από το αμάξι σα χαμένος και δεν ένιωθα τα πόδια μου. Μπήκα και δεύτερη φορά στην πίστα και έκανα τον τρίτο καλύτερο χρόνο. Εγώ οδηγούσα φυσικά το αυτοκίνητο για αρχάριους αλλά τα ξαδέρφια μου και οι φίλοι τους οδηγούσαν τα γρήγορα αμάξια. Πρότειναν τότε στον πατέρα μου να οδηγήσω και γω ένα από τα γρήγορα αμάξια αλλά ο πατέρας μου δε με άφησε παρόλα τα παρακάλια μου. Όλοι οι συγγενείς μου ήταν εκεί και ήταν πολύ χαρούμενοι για μένα και μου παν ότι δεν πρέπει να με πειράζει και πως θα ‘χω άλλη φορά την ευκαιρία να οδηγήσω ένα από τα γρήγορα αυτοκίνητα του καρτ.

Εξάλλου και εγώ έπαψα πια να στεναχωριέμαι  γιατί επιτέλους είχε πραγματοποιηθεί ένα όνειρό μου. Είχα οδηγήσει ένα καρτ, έστω και για αρχάριους.

Τα γενέθλια (του Μάριου Λ.)

  6 Μαΐου του 2009. Μια μέρα που θα τη θυμάμαι για πάντα. Η ημέρα των  γενεθλίων μου. Ήμουν σίγουρος ότι θα με περίμενε ένα πάρτι και πάνω από όλα ένα δώρο. Έτσι μόλις ξύπνησα πήγα στο δωμάτιο των γονιών μου και τους  κοίταζα επίμονα. Οι γονείς με κοίταζαν χωρίς να μου λένε κάτι. Μα καλά τους λέω δεν έχετε να μου πείτε κάτι;  Μου είπαν μια φράση μόνο «Χρόνια πολλά». Δε λέω ότι δε χάρηκα αλλά περίμενα και κάτι άλλο. Περίμενα το δώρο. Μα δεν το αντίκρισα. Εντάξει έλεγα μέσα μου μην ανησυχείς έχουμε ακόμα ώρες. Πάει 6 το απόγευμα περίμενα ακόμα. Όμως τίποτα. Χτυπά το κουδούνι στα καλά καθούμενα. Ήταν ο παππούς. Χρόνια πολλά μου λέει  όμως ούτε τώρα έβλεπα δώρο. Πάμε μια βόλτα μου λέει; Εγώ συμφώνησα, αφού δεν είχα τι άλλο να κάνω. Όταν γυρίσαμε το σπίτι ήταν γεμάτο από τους φίλους μου που με περίμεναν για να ξεκινήσει το πάρτι και φυσικά δεν είχα μόνο ένα αλλά πολλά δώρα.

Ο τεμπέλης σκύλος (της Ελευθερίας Μ.)

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας σκύλος, ο οποίος ζούσε σε ένα σκυλόσπιτο μέσα σε μια αυλή. Κοιμόταν όλη μέρα και ήταν τεμπέλης. Μια μέρα διέκοψαν τον ύπνο του τα νιαουρίσματα που  άρχισαν να ακούγονται από ένα γατάκι που βρισκόταν μέσα στον κήπο. Μετά από αρκετή ώρα, το γατάκι δεν είχε σταματήσει να νιαουρίζει και ο σκύλος θύμωσε τόσο πολύ που με τα χίλια ζόρια άνοιξε το στόμα του κι άρχισε να γαβγίζει. Το γατάκι τρόμαξε κι άρχισε να τρέχει.

Όμως η γειτονιά αναστατώθηκε από τα πολλά γαυγίσματα και έστειλε δύο ανθρώπους να πάνε να πάρουν το σκύλο και να τον πάνε κάπου μακριά. Όμως το γατάκι που εντωμεταξύ είχε ξαναγυρίσει πίσω, όρμησε πάνω στους δύο ανθρώπους και άρχισε να τους γρατζουνάει.

Έτσι ο σκύλος και το γατάκι έγιναν φίλοι και έμειναν για πάντα μαζί στην αυλή χωρίς να τους ενοχλεί κανείς.

Επιμύθιο: Ακόμα και κάποιον που τον θεωρείς αντιπαθητικό μπορεί να τον χρειαστείς στις δύσκολες στιγμές.





Η βόλτα που δεν έγινε ποτέ (της Έλενας Μπ.)

  Πριν από λίγες μέρες πήγα στο σπίτι της θείας μου. Το μεσημέρι καθίσαμε στο τραπέζι για φαγητό και μόλις φάγαμε, πήγαμε όλοι στο σαλόνι, για να συζητήσουμε τι θα κάναμε στην απογευματινή μας βόλτα. Είχαμε κανονίσει να πάμε στο πάρκο μαζί με τα παιδιά της. Ξαφνικά ακούστηκε μια φωνή. Η θεία μου, που είχε πάει στην κουζίνα, για να φτιάξει καφέ, είχε γλιστρήσει στα νερά που ήταν στο πάτωμα. Τη μεταφέραμε στο γιατρό, ο οποίος μας είπε ότι έσπασε το αριστερό της πόδι και πως έπρεπε να της βάλει γύψο και να παραμείνει ακίνητη τουλάχιστον για είκοσι ημέρες. Μόλις γυρίσαμε σπίτι στεναχωρηθήκαμε γιατί δε θα πηγαίναμε στο πάρκο. Τελικά όμως  ο θείος μου, επειδή είδε την απογοήτευσή μας μας υποσχέθηκε πως θα μας πήγαινε αυτός την επόμενη Κυριακή. Την επόμενη Κυριακή όλο χαρά ξεκινήσαμε για την εκδρομή στο πάρκο αλλά δυστυχώς  πάλι δε μας βγήκε σε καλό. Μείναμε από βενζίνη  στη  μέση περίπου της διαδρομής. Πρατήριο βενζίνης δεν υπήρχε πουθενά, εξάλλου ο θείος μου δεν ήθελε να αφήσει εμάς τα παιδιά μόνα στο αμάξι, για να ψάχνει για βενζίνη. Έτσι τηλεφώνησε στους γονείς μου, οι οποίοι ήρθαν μετά από μια ώρα και έτσι γυρίσαμε σπίτι απογοητευμένοι για άλλη μια φορά.

 Ήταν μια πολύ κουραστική μέρα για μας και φυσικά δεν τολμήσαμε να ξαναπροτείνουμε βόλτα στο πάρκο.

Ο Οδυσσέας συναντά τον Πολύφημο (του Γιάννη Ν.)

  Ο Οδυσσέας μαζί με τους συντρόφους του αποφάσισαν να σταματήσουν σε κάποιο νησί για να ψάξουν για φαγητό. Όταν κατέβηκαν από το καράβι τους παρατήρησαν ότι το νησί κατοικούνταν από γιγάντιους μονόφθαλμους γίγαντες που λέγονταν Κύκλωπες. Από το φόβο τους ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του έτρεξαν σε μια σπηλιά που δεν είχαν καταλάβει ότι ήταν η κατοικία ενός Κύκλωπα, του Πολύφημου.

  Ο Πολύφημος ήταν πεινασμένος, επειδή δεν είχε φάει για μέρες πολλές. Όμως ο Πολύφημος δεν ακούμπησε τον Οδυσσέα και τους συντρόφους του αλλά μόνο τους παρατηρούσε. Ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του που φοβήθηκαν πάρα πολύ το έβαλαν στα πόδια και δεν ξαναπήγαν ποτέ σε εκείνο το μέρος.

Η σφήκα (της Ειρήνης Λ.)

  Το φετινό καλοκαίρι ήμουν με τους κολλητούς μου στην πλατεία δημαρχείου. Συνηθίζαμε να πηγαίνουμε εκεί κάθε απόγευμα και περνάμε διασκεδάζοντας τα απογεύματά μας. Εκείνη τη μέρα παίζαμε βόλεϊ και ξαφνικά η μπάλα μας έπεσε σε κάτι φυτά τα οποία τσιμπούσαν πολύ. Τότε πάμε να πάρουμε την μπάλα σιγά σιγά για να μην τρυπηθούμε και ξαφνικά βλέπουμε μια σφηκοφωλιά γεμάτη από γιγάντιες σφήκες. Τότε λέω από μέσα μου «ωχ. Πάει η μπάλα» αλλά λίγο αργότερα μας ήρθε μια ιδέα. Η ιδέα ήταν να βρούμε ένα ξύλο και να τραβήξουμε την μπάλα προς το μέρος μας. Ψάξαμε λοιπόν σε ολόκληρη την πλατεία και βρήκαμε ένα ξύλο. Δυστυχώς όμως ήταν πολύ κοντό για να φτάσουμε την μπάλα. Αφού κι αυτό δεν έπιασε αρχίσαμε πάλι να σκεφτόμαστε. Η ώρα περνούσε και δεν είχαμε την μπάλα μας για να παίξουμε. Ήμαστε όλοι νευριασμένοι. Τότε ένα παιδί από την παρέα μας δήλωσε ότι  θα είναι πολύ προσεκτικός και μπήκε μέσα στα φυτά και πήρε την μπάλα. Από τα νεύρα του όμως δεν υπολόγισε καλά και οι σφήκες δυστυχώς τον τσίμπησαν. Αμέσως όλοι πανικοβληθήκαμε. Ήταν ή δεν ήταν αλλεργικός στο τσίμπημα της σφήκας; Τι θα κάναμε, αν ξαφνικά τον βλέπαμε να πρήζεται; Ευτυχώς, ενώ όλα αυτά γυρνούσαν στο μυαλό μας, πέρασε η μητέρα του και μας καθησύχασε. Ο φίλος μας δεν ήταν αλλεργικός αλλά καλού κακού τον πήγε στο φαρμακείο για να του βάλουν μια αλοιφή για τα τσιμπήματα. Σύντομα γύρισε κοντά μας έχοντας βάλει την αλοιφή για τα τσιμπήματα  και επιτέλους αρχίσαμε να παίζουμε ξανά βόλεϊ.

Ένας περίεργος θόρυβος (της Στέλλας Λ.)

  Το προηγούμενο καλοκαίρι είχα πάει με την οικογένειά μου και τον ξάδελφό μου στην Κρήτη. Μείναμε εκεί για τρεις εβδομάδες και περάσαμε υπέροχα. Μας φιλοξενούσαν η θεία μου η Μαρία και ο θείος μου ο Νίκος.

Η πρώτη εβδομάδα πέρασε πολύ ευχάριστα. Μπάνιο στη θάλασσα το πρωί, φαγητό στην ταβέρνα το μεσημέρι και βόλτα στα μαγαζιά το βράδυ.

Μια μέρα εγώ η αδερφή μου η Δέσποινα, ο ξάδερφός μου ο Αντρέας και  η ξαδέρφη μου η Ειρήνη καθίσαμε το βράδυ μέχρι τις 3 τα χαράματα και λέγαμε τρομακτικές ιστορίες.

Στην αρχή όλα πήγαιναν καλά. Υπήρχε απόλυτη ησυχία και τίποτα δε μας ενοχλούσε. Ο Αντρέας μας έλεγε μια ιστορία για μια κούκλα-δαίμονα και εμείς τον ακούγαμε με προσοχή. Είχε φτάσει πια στο πιο κρίσιμο σημείο. κρεμόμαστε κυριολεκτικά από τα χείλη του. Τα έλεγε με τέτοιο τρόπο και με τόση λεπτομέρεια που έμοιαζαν όλα αληθινά. Ξαφνικά ακούσαμε ένα θόρυβο. Ερχόταν από την αποθήκη του παππού της Ειρήνης, του κυρίου Μανώλη. Στην αρχή φοβόμαστε να πάμε αλλά μας έπεισε ο Αντρέας. Πήρε μαζί και το κινητό του  που είχε φακό, για να φωτίζει το δρόμο.

Αρχίσαμε λοιπόν να ψάχνουμε σε όλο τον κήπο, γύρω από την αποθήκη. Ύστερα μπήκαμε στην αποθήκη. Ο ήχος ακουγόταν ακόμη αλλά δεν μπορούσαμε να προσανατολιστούμε. Είχε και σκοτάδι. Μετά από λίγη ώρα ο ήχος σταμάτησε. Σκεφτήκαμε πως θα ήταν καλύτερα να ψάξουμε την επόμενη μέρα στο φως. Πήγαμε λοιπόν όλοι για ύπνο.

Την επόμενη μέρα ξυπνήσαμε όλοι το μεσημέρι και είχαμε ξεχάσει τελείως το χθεσινοβραδινό ξενύχτι. Τέλος πάντων δεν πήγαμε να ξαναψάξουμε στην αποθήκη. Μάλλον γιατί δεν ήταν τίποτα σημαντικό. Θα μπορούσε να ήταν οτιδήποτε.

Εγώ πάντως εκείνη την τρομάρα δε θα την ξεχάσω ποτέ!

2. Βίντεο για το Bullying (από τη μαθήτρια Ελένη Μακράκη)




1 .ΠΕΡΙΓΡΑΦΩ ( ΠΡΟΣΩΠΟ ή ΚΤΙΡΙΟ)

Ο ΑΔΕΡΦΟΣ ΜΟΥ  (από τη Στέλλα Λ.)
Τον αδερφό μου το λένε Θοδωρή και πηγαίνει Β’ δημοτικού. Αποφάσισα να γράψω για αυτόν, διότι τον ξέρω πολύ καλά όχι μόνο ως προς την εξωτερική αλλά και ως προς την εσωτερική του εμφάνιση.
  Ο Θοδωρής είναι λεπτός και στο ύψος κανονικός, ίσως θα μπορούσε να πει κανείς και προς το κοντό. Έχει έντονα χαρακτηριστικά προσώπου και πολύ γλυκό πρόσωπο. Τα μάτια του είναι μαύρα και μεγάλα. Είναι τα πιο όμορφα μάτια που έχω δει. Έχει τρυφερό βλέμμα και όταν θέλει να με πείσει για κάτι γίνεται με μαγικό τρόπο παραπονεμένο και επίμονο. Το σχήμα του προσώπου του είναι σχετικά μακρύ, χωρίς έντονες γωνίες. Η μύτη του είναι μικρή και λεπτή και ταιριάζει απόλυτα με τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά του. Τα χείλη του είναι σχετικά παχιά και το στόμα του μικρό και ωραίο. Έχει μυτερό πηγούνι και μικρά και ελάχιστα πεταχτά αυτάκια. Τα μαλλιά του είναι κοντά και καστανά και στεφανώνουν το όμορφο πρόσωπό του. Τα δόντια του είναι ίσια και γερά και γι’ αυτό έχει πανέμορφο χαμόγελο. Έχει γυμνασμένο και γερό σώμα, τα χέρια και τα πόδια του είναι μυώδη και δυνατά, ενώ το βάδισμά του είναι σχετικά αργό. Εμφανισιακά είναι εντυπωσιακός, αν και συνηθίζει να ντύνεται απλά και να μην τραβάει την προσοχή με τα ρούχα του.
  Φέτος ο αδερφός μου γράφτηκε κολυμβητήριο, ενώ πέρσι πήγαινε τζούντο και ποδόσφαιρο. Του αρέσει πολύ να ζωγραφίζει κι έχει πολλή φαντασία. Κάτι που του αρέσει πάρα πολύ είναι να κάνει κατασκευές με τα τουβλάκια του.
  Είναι πολύ έξυπνος και άριστος μαθητής. Ακόμη είναι πεισματάρης και μερικές φορές πειραχτήρι. Γενικά είναι πολύ καλό και λογικό παιδί κι έχει χιούμορ. Όταν είναι στις καλές του κάνει ότι του λες χωρίς αντιρρήσεις. Μερικές φορές όμως νευριάζει εύκολα και κρατάει μούτρα μέχρι που το ξεπερνάει και τότε γίνονται όλα πάλι μέλι- γάλα.
  Πιστεύω πως ο αδερφός μου, όταν μεγαλώσει θα γίνει πολύ σημαντικός και σπουδαίος. Είναι ο καλύτερος αδερφός που θα μπορούσα να έχω και τον αγαπώ πάρα πολύ.


Η ΜΗΤΕΡΑ ΜΟΥ (από την Εύα Ν.)
Το πρόσωπο για το οποίο θα γράψω είναι πολύ σημαντικό για μένα και το γνωρίζω από τη στιγμή που γεννήθηκα. Το πρόσωπο αυτό είναι  η μαμά μου.
  Η μητέρα μου έχει ένα λεπτό, μακρύ, αρμονικό και ήρεμο πρόσωπο. Τα μάτια της είναι αμυγδαλωτά και έχουν χρώμα καστανό. Το βλέμμα της ςίναι τρυφερό, εκφραστικό και έξυπνο. Η μύτη της είναι κλασική. Τα χείλη της είναι λεπτά και το στόμα της κανονικού μεγέθους. Επίσης τα δόντια της είναι άσπρα και μαλλιά της είναι καστανά, ίσια και κοντά. Τα χέρια της είναι λεπτά και τα πόδια της λεπτά και μακριά. Το ύψος της είναι κανονικό. Η εμφάνισή της είναι φυσική και το ντύσιμό της μοντέρνο.
  Η μητέρα μου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Εργάζεται ως δασκάλα σε παιδιά με ειδικές ανάγκες. Λόγω του επαγγέλματός της έχει μάθει να είναι ήρεμη και αυτό είναι ένα από τα προτερήματά της. Δεν πληγώνει και ακούει προσεκτικά τους άλλους.
  Όμως όπως όλοι οι άνθρωποι έχει και αυτή τη μειονεκτήματά της. Δυστυχώς για μένα είναι μια αυστηρή μαμά. Όμως εγώ την αγαπώ γιατί ξέρω ότι θέλει το καλό μου. 
  Συνοψίζοντας  η μαμά μου είναι ένας καλός και ήρεμος άνθρωπος που τον αγαπώ και τον σέβομαι.  

Η ΞΑΔΕΡΦΗ ΜΟΥ (του Στέφανου Μ.)
Το πρόσωπο που πρόκειται να περιγράψω ονομάζεται Ειρήνη και είναι πρώτη μου ξαδέρφη. Είναι κόρη του αδερφού του πατέρα μου.
Είναι μια όμορφη εικοσιεπτάχρονη κοπέλα με ευγενικό και χαριτωμένο παρουσιαστικό.
  Τα εξωτερικά της χαρακτηριστικά δένουν αρμονικά μεταξύ τους. Το πρόσωπό της είναι χαριτωμένο και γλυκό. Έχει αμυγδαλωτά μελιά μάτια και εκφραστικό βλέμμα. Η μύτη της είναι γαλλική. Έχει κανονικό στόμα με σαρκώδη χείλη και μαργαριταρένια δόντια.
Το σώμα της είναι καλλίγραμμο και στητό και πάντα βαδίζει χαριτωμένα. Είναι ψηλή και λεπτή και παρ΄όλο που ντύνεται απλά αλλά κομψά, η εμφάνισή της είναι εντυπωσιακή.
  Η Ειρήνη έχει σπουδάσει βιολόγος και τώρα κάνει το διδακτορικό της στην Σκωτία. Ζει εκεί εδώ και πέντε χρόνια.
  Η ξαδέρφη μου είναι ευγενική, έξυπνη, με αίσθηση του χιούμορ και αισιόδοξη. Εν τούτοις όμως είναι λίγο ντροπαλή.
  Εγώ την θαυμάζω και την έχω ως πρότυπο γιατί  πάντα πετυχαίνει τους στόχους που θέτει.
Την αγαπώ πολύ, μου λείπει που βρίσκεται μακριά και ελπίζω να γυρίσει στην Ελλάδα σύντομα. 

Ο ΦΙΛΟΣ ΜΟΥ (του Γιώργου Μπ.)
Ο Γιώργος είναι φίλος μου με καταγωγή από το όμορφο Αλιβέρι στην Εύβοια. Είμαστε συνομίληκοι. Είναι δηλαδή και αυτός, όπως και εγώ δώδεκα χρονών.
  Ο Γιώργος και εγώ δεν ήμαστε πάντα όσο φίλοι είμαστε τώρα. Βέβαια για να πω την αλήθεια, την πρώτη μέρα που τον είδα σχολείο, ήθελα να είμαστε στο ίδιο τμήμα γιατί μου φάνηκε φιλικός και συμπαθητικός. Εκείνη τη μέρα το βλέμμα του εξέπεμπε αμηχανία αλλά τις επόμενες μέρες συνειδητοποίησα πως επρόκειτο για την αμηχανία της πρώτης μέρας. Μόλις ξεπέρασε το άγχος αυτό το βλέμμα του φανέρωσε την εξυπνάδα του.
  Ο Γιώργος είναι ψηλός και έχει μαύρα περιποιημένα μαλλιά. Τα μάτια του είναι επίσης μαύρα αλλά  τα κάτασπρα και αστραφτερά του δόντια αναδεικνύουν ένα χαμόγελο που τον κάνει να ξεχωρίζει. Είναι ψηλός με γυμνασμένο σώμα, επειδή πηγαίνει μπάσκετ. Το ντύσιμό του είναι μοντέρνο και κομψό, όπως και η εμφάνισή του.
  Ως προς το χαρακτήρα του πρέπει να αναφέρω ότι είναι ευγενικός, γεμάτος χιούμορ και φυσικά πολύ καλός φίλος.Βέβαια δεν έχει μόνο προτερήματα. Το βασικό του μειονέκτημα είναι ότι θυμώνει πολύ εύκολα αλλά ευτυχώς ο θυμός του περνάει γρήγορα.
  Για όλους αυτούς τους λόγους εκτιμώ πολύ τον Γιώργο και θα ήθελα η φιλία μας να μείνει δυνατή όπως τώρα. 

Ο ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ ΜΟΥ ΦΙΛΟΣ ( του Σωτήρη Μπ.)
Τον καλύτερό μου φίλο τον γνώρισα στην Α ΄τάξη του δημοτικού. Ήταν Σεπτέμβρης. Μόλις είχε ξεκινήσει η χρονιά. Ζήτησα από ένα συμμαθητή μου να κάτσουμε μαζί κι αυτός δέχτηκε. Από τότε μέχρι και σήμερα εξακολουθούμε να είμαστε οι καλύτεροι φίλοι.
  Το φίλο μου, τον οποίο θα περιγράψω τον λένε Χρήστο. Ο Χρήστος είναι ένα ψηλό και αδύνατο παιδί. Έχει γαλαζοπράσινα μάτια. Τα μαλλιά του είναι κοντά με ένα παράξενο χρώμα, κόκκινο προς το καστανό. Έχει ένα άγριο βλέμμα αλλά η αγριάδα δεν είναι στοιχείο του χαρακτήρα του. Το δυνατό και φωτεινό του χαμόγελο σπάει την αγριάδα του βλέμματός του και μαλακώνει το πρόσωπό του. Από το στόμα του δε θα ακούσεις ποτέ κακό λόγο. Πάντα είναι διακριτικός στις κουβέντες του, όπως και στη συμπεριφορά του.
  Είναι ένας πολύ καλός φίλος που θα είναι πάντα δίπλα μου, όταν τον χρειάζομαι.
Είμαστε πολύ καλοί φίλοι κι έτσι ελπίζω να παραμείνουμε! 

Η ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΜΟΥ ΦΙΛΗ (από την Ελένη Μ.)
Ένα από τα πιο αγαπημένα μου άτομα είναι η πολυαγαπημένη φίλη- αδερφή Ναταλία. Η Ναταλία είναι ψηλή, ξανθιά με καστανά μάτια, με συμπαθητικό πρόσωπο, με διαπεραστικό βλέμμα, χοντρή μύτη, με μεγάλο στόμα με κόκκινα σαρκώδη χείλη και με αστραφτερά άσπρα δόντια..
  Με τη φίλη μου τη Ναταλία πρωτογνωριστήκαμε στην γ’ δημοτικού. Για ένα διάστημα τριών ετών όμως μετακόμισε στη Θεσσαλονίκη, όμως τώρα είμαστε και πάλι μαζί.
  Τη Ναταλία την αγαπάω πάρα πολύ γιατί είναι αστεία, είναι το άτομο που είναι πάντα πλάι μου, επειδή είναι η καλύτερή μου φίλη. Κάθε φορά που είμαστε μαζί με κάνει να χαμογελάω, ξεχνάω οποιαδήποτε έγνοια μου και τέλος επειδή είναι ο εαυτός της με προστατεύει. Είμαστε μαζί παντού και πάντα και εύχομαι αυτό να συνεχιστεί.
  Μπορεί κάποιες φορές να γίνεται λίγο περίεργη και αντιπαθητική αλλά αυτό δεν αλλάζει τη γνώμη μου για αυτήν. Η Ναταλία είναι ένα άτομο πολύ έξυπνο, πολύ αγαπητό σε όλους. Όλοι θέλουν να την κάνουν παρέα.
  Τα συναισθήματά μου είναι απερίγραπτα κάθε φορά που μιλάω για αυτήν. Δεν μπορώ πραγματικά να σταματήσω. Είναι ένας υπέροχος άνθρωπος που τον αγαπώ πολύ και δε θα ‘θελα να χάσω από τη ζωή μου ποτέ.

Η ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΜΟΥ ΦΙΛΗ ( από την Έλενα Μπ.)
  Η Δήμητρα πηγαίνει στην Α΄Γυμνασίου. Είναι η καλύτερή μου φίλη και γνωριζόμαστε από το Δημοτικό.
  Είναι ένα πολύ όμορφο κορίτσι με λεπτό, γλυκό πρόσωπο και καστανά μάτια. Έχει ένα διαπεραστικό βλέμμα που είναι ταυτόχρονα έξυπνο αλλά και τρυφερό. Η μύτη της είναι μια κλασική μικρή μύτη που κατά τη γνώμη μου της ταιριάζει απόλυτα. Έχει σαρκώδη χείλη, τα οποία δεν τα βάφει ποτέ. Το στόμα της είναι μικρό και έχει μια τέλεια οδοντοστοιχία. Εχει ένα μικρό πηγούνι και μια μαλακή και λεία επιδερμίδα. Το χρώμα των μαλλιών της είναι ξανθό.είναι ψηλή και αδύνατη. Έχει ένα καλλίγραμμο και αθλητικό σώμα. Είναι πάντα ευγενική και χαριτωμένη. Είναι κομψή και φυσική και το ντύσιμό της μοντέρνο.
 Ο χαρακτήρας της είναι επίσης πολύ καλός και γι΄αυτό μου αρέσει να κάνω παρέα μαζί της.

Η ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΜΟΥ ΦΙΛΗ ( από την Ελευθερία Μ.)
  Την καλύτερή μου φίλη τη λένε Μαρία. Η Μαρία πηγαίνει Α΄ Γυμνασίου  και είναι 12 χρονών, όπως και εγώ.
  Εξωτερικά η Μαρία είναι όμορφη και γλυκιά. Έχει όμορφα καστανά μάτια και το βλέμμα της είναι γλυκό. Η μύτη της είναι ίσια και το στόμα της έχει ίσια και μυτερά δόντια και τα χείλη της είναι λεπτά. Επίσης το χαμόγελό της είναι ζεστό. Στη Μαρία αρέσει να γυμνάζεται και να ασχολείται κυρίως με το μπάσκετ. Γι΄αυτό΄το σώμα της είναι γυμνασμένο και έχει ευλύγιστο σώμα.
  Τέλος εγώ με τη Μαρία έχουμε πολλά κοινά και περνάμε ατέλειωτες ώρες μαζί γελώντας και κάνοντας αστεία η μία στην άλλη.
  Γι΄αυτό θα θελα να μείνει για πάντα φίλη μου. 

ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ (από την Ελευθερία Μ.)
  Κάθε καλοκαίρι περιμένω με ανυπομονησία να τελειώσουν τα σχολεία, για να πάω στο χωριό μου που βρίσκεται στο Τρίκορφο. Το σπίτι μου βρίσκεται πάνω σε ένα βουνό με υψόμετρο 600 μέτρα κι έχει μία υπέροχη θέα που φαίνονται τα βουνά, πολλά καταπράσινα δέντρα κι έχει μια απεριόριστη θέα στον κορινθιακό κόλπο.
  Κατ΄αρχάς το σπίτι μου είναι παλιό, όχι αρκετά ψηλό και έχει έναν όροφο. Επιπλέον είναι χτισμένο από πέτρες κι αυτό το κάνει να φαίνεται παραδοσιακό. Ακόμη η στέγη του είναι φτιαγμένη από κεραμίδια και σε ένα σημείο πάνω σε αυτά έχει χτιστεί η καμινάδα. Το σπίτι μου έχει ακόμα μια μεγάλη σιδερένια πράσινη πόρτα, έχει τέσσερα μικρά παράθυρα και ένα μικρό μπαλκόνι.
  Γύρω από το σπίτι υπάρχει ένας μεγάλος πέτρινος φράχτης που περιβάλλει το σπίτι αλλά και τον τεράστιο κήπο μας. Σε αρκετά μέρη του κήπου έχουμε φυτέψει φυτά και πολύχρωμα λουλούδια που στολίζουν και δίνουν ομορφιά στο σπίτι. Επίσης υπάρχουν φυτεμένα δέντρα όπως έλατα, καρυδιές μουριές κ.λπ.
  Το σπίτι μου το αγαπώ πολύ γιατί έχω μεγαλώσει εκεί, πηγαίνω πολλά χρόνια και γιατί είναι γεμάτο με ευχάριστες αναμνήσεις.


ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΜΟΥ (από τον Στέφανο Μ.)
  Το κτίριο που πρόκειται να περιγράψω είναι το κτίριο του σχολείου μου, του 1ου Γυμνασίου Υμηττού. Βρίσκεται στην οδό Προύσσης 1 στον Υμηττό. Χτίστηκε το 1970. Στο χώρο που χτίστηκε βρισκόταν πριν ένα γήπεδο. Σήμερα το σχολείο μου αποτελεί τμήμα ενός σχολικού συγκροτήματος που περιλαμβάνει δημοτικό, γυμνάσιο και λύκειο.
  Μπαίνοντας στο χώρο του σχολείου από μια ανοιγόμενη σιδερένια καγκελόπορτα συναντάμε δεξιά και αριστερά παρτέρια με φυτά. Αφού κατεβούμε καμιά δεκαπενταριά σκαλιά βρισκόμαστε μπροστά σε μια άλλη σιδερένια, συρόμενη καγκελόπορτα, η οποία οδηγεί στον προαύλιο χώρο του σχολείου. Αριστερά υπάρχει το γραφείο των καθηγητών, ενώ δεξιά υπάρχουν σκάλες που οδηγούν στους δύο ορόφους του σχολείου. Στον πρώτο όροφο υπάρχει ένα φαρδύ και μακρύ μπαλκόνι-διάδρομος. Από τη μία πλευρά  αυτού του  μπαλκονιού έχεις θέα σε όλη την αυλή του σχολείου, ενώ από την άλλη πλευρά υπάρχουν οι αίθουσες που στεγάζονται τα τμήματα της Β' τάξης.Στη μια άκρη του διαδρόμου οι δύο τελευταίες αίθουσες του ορόφου είναι το εργαστήριο της πληροφορικής και το εργαστήριο φυσικών επιστημών.Ένα δεύτερο εργαστήριο φυσικών επιστημών υπάρχει και στην άλλη άκρη του διαδρόμου. Δύο σκάλες, η μία περίπου στην μέση του μπαλκονιού και η άλλη στην άκρη του μας οδηγούν στο 2ο όροφο. Η διαρρύθμιση του 2ου ορόφου είναί ίδια με του πρώτου. Σε αυτόν τον όροφο στεγάζονται οι τάξεις της Α' γυμνασίου και υπάρχει ένα ακόμα εργαστήριο πληροφορικής.
  Το προαύλιο του σχολείου είναι μεγάλο και ουσιαστικά χωρίζεται σε δύο μέρη. Το μπροστινό μέρος είναι μεγαλύτερο. Σε αυτό " βλέπουν" τέσσερις αίθουσες της γ' γυμνασίου, καθώς και μια μεγάλη αίθουσα πολλαπλών χρήσεων, η οποία δυστυχώς λόγω έλλειψης χώρου χωρίστηκε, ώστε να δημιουργηθούν ακόμα τέσσερις αίθουσες διδασκαλίας. Σε αυτή την αυλή βλέπουν και η αίθουσα της μουσικής, το κυλικείο και η αίθουσα του συλλόγου γονέων και κηδεμόνων. Το βασικό όμως κτίριο που χωρίζει την μπροστινή από την πίσω αυλή είναι το γυμναστήριο. Στο πίσω προαύλιο υπάρχουν παρτέρια με φυτά και ένα γήπεδο βόλει. Στην άκρη του προαυλίου βρίσκεται και η αίθουσα της Τεχνολογίας. Από την αίθουσα της Τεχνολογίας ξεκινά ένας σκεπαστός διάδρομος που μας οδηγεί στην μπροστινή αυλή. Στο τέλος του διαδρόμου και στο δεξί μας χέρι θα συναντήσουμε την αίθουσα που φιλοξενεί τη βιβλιοθήκη. Αν προχωρήσουμε μερικά βήματα ακόμα θα δούμε μια σκάλα. Αυτή μας οδηγεί σε ένα άλλο επίπεδο, που είναι ένα τεράστιο ανοιχτό γήπεδο μπάσκετ με εξέδρες.
  Η θέση του σχολείου μου είναι προνομιούχος γιατί συνορεύει με ένα δασάκι κι έτσι η θέα του πράσινου ξεκουράζει το βλέμμα των μαθητών. Ακόμα όμως κι αν τα πράγματα ήταν διαφορετικά εμένα πάλι θα μου άρεσε το σχολείο, διότι είναι ο χώρος που περνάω ένα μεγάλο μέρος της ημέρας μου.
  



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου